Έθιμα Χριστουγέννων / Πρωτοχρονιάς στη Ρούμελη

(γράφει ο Αγαπημένος φίλος - δάσκαλος Νίκος Πετροβας, που μαζί με την Δέσποινα Τσαμαντάνη έδωσαν φτερά στο Χορευτικό Συγκρότημα του Συλλόγου)

Έθιμα Χριστουγέννων/Πρωτοχρονιάς στη Ρούμελη

Τα Ελλαδικά έθιμα και παραδόσεις οροθετούνται βαθιά πίσω στον χρόνο. Ειδικότερα τις ημέρες των Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς στις πόλεις και χωριά φορούν τα γιορτινά τους και υποδέχονται τη γέννηση του Χριστού και τον ερχομό της νέας χρονιάς. Τα τραγούδια, οι μελωδίες από τα κάλαντα “Καλένδες ή Καλάνδες» (από την λατινική «calendae», με την οποία οι Ρωμαίοι προσδιόριζαν τις πέντε πρώτες ημέρες των μηνών Μαρτίου, Μαΐου, Ιουλίου και Οκτωβρίου και τις επτά πρώτες των υπολοίπων μηνών, οπού γίνονταν εορτασμοί για την αρχή του μήνα «νουμηνία» στα ελληνικά) γεμίζουν την ατμόσφαιρα σε συνδυασμό με τις μυρωδιές από γουρνοχαρές (Χοιροσφαγές), παστό (πασπαλάς), κουλούρια, τσιγαρίθρες, μπουμπάρια, λουκάνικα, χριστόψωμα, χριστοκουλούρα, βασιλόπιτες, μελομακάρονα και πολλά εδέσματα που γεμίζουν το γιορτινό τραπέζι στα νοικοκυριά.

Την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς ξεχύνονται τα παιδιά στις γειτονιές με τρίγωνα στα χέρια, ομοιώματα καραβιών και μουσικά όργανα συνήθως νταούλια για τα κάλαντα, «να τα πούμε;»

«Καλήν εσπέραν άρχοντες αν είναι ορισμός σας

Χριστού τη Θεία γέννηση να (μ)πω στ' αρχοντικό σας.

Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη

οι ουρανοί αγάλλονται χαίρε η φύσις όλη…»

..//..

«Άγιους Βασίλης έρχιτι ,Γινάρης ξημιρώνει

-Βασίλη μ΄πούθιν έρχισι κι απούθε κατιβαίνεις

-Ν΄απού τη μάνα μ΄’ερχουμι κι στο σχουλειό πηγαίνω

-Βασίλη μ΄ξέρεις γράμματα; Πες μας την αλφαβήτα

Κι στο ραβδί ακούμπησε να πεί την αλφαβήτα

Ξεροχλωρό ήταν το ραβδί και νιόβλαστα πετάει

Κι απάνω στα ξωκλώναρα περδίκια κελαηδούσαν

Δεν ειν΄περδίκια μοναχά, μόν ΄είν΄ και περιστέρια

Φέρνουν νερό στα νύχια τους κι πάχνη στα φτερά τους,

Ν΄ αγιάσουν τον αφέντη τους, ν΄ αγιάσουν την κυρά τους.»

(Ύπατη Φθιώτιδας - Κ.Ε.Π.Ε.Μ. 2017)

Οι ευχές και τα παινέματα δίνουν και παίρνουν, για καλύτερη προκοπή ευημερία του σπιτικού, για μια καλότυχη νέα χρονιά. Παραμονή των Φώτων (Θεοφανίων) στις 6 του Γενάρη, με τον Μεγάλο Αγιασμό, ο παπάς με το Σταυρό και την αγιαστούρα του (σε κάποιες περιοχές ο νοικοκύρης κάθε σπιτικού) έπρεπε με τον αγιασμό που έφερνε από την εκκλησιά να «μπουχίσει» (καταβρέξει/ραντήσει), όλο το σπίτι και τα ζωντανά, για να φύγουν οι καλικάντζαροι, τα αποτρόπαια δαιμόνια «παγανά»:

«φύγετε να φύγουμε έρχεται ο τουρλόπαπας

με την αγιαστούρα του και με την βρεχτούρα του…»,

..//..

«Φεύγετε να φεύγουμε πρωί με την αυγούλα,

γιατί αγιάζει ο παπάς, δέρνει με τη μαγκούρα».

πιστεύοντας ότι με την ευλογία του Θεού και του Αγίου Πνεύματος θα είχαν ευζωία όλη την χρονιά. Το ίδιο έκαναν τα χωράφια για να έχουν καλή σοδειά.

Σε αρκετά μάλιστα χωριά την παραμονή των Θεοφανείων οι άντρες και παιδιά γυρνούσαν σε όλα τα σπίτια, χτυπούσαν κουδούνια ζώων που κρατούσαν και ψέλναν τα κάλαντα:

«Σήμερα είναι τα Φώτα και οι Φωτεινές

και χαρές μεγάλες τ' αφέντη μας.

Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό

κάθεται η κυρά μας η Παναγιά…

Του αφέντη Αϊ Γιάννη παρακαλεί,

για να ρίξει δρόσο στη γη.

Για να ρίξει δρόσο στη γη,

ν’ αγιαστούνε οι βρύσες και τα νερά.

Ν’ αγιαστούνε οι βρύσες και τα νερά,

ν’ αγιαστεί κι ο αφέντης με την κυρά…»

..//..

Σήμιρα είν΄τα φώτα κι ου Φουτισμός,

Τι χαρές μιγάλες στούν Κύργιου μας……

για να ρίξου δρόσου, δρουσουλουγιά

ν΄αγιαστούν τ΄αμπέλια κι τα σπαρτά,

ν΄αγιαστεί ο αφέντης μι την κυρά

και να μας ι-διώξουν τα Παγανά.»

(Δάφνη Φθιώτιδας - Κ.Ε.Π.Ε.Μ. 2017)

Παλαιότερα του Αη Βασιλείου γινόταν η «σπούρνη» ή το «σπούρνι». Αυτός δηλαδή που έκανε ποδαρικό ή τα παιδιά που περνούσαν για κάλαντα από το σπιτικό, έπαιρνε/αν την «μασιά» ή ένα μικρό ξύλο, ανακάτευε/αν τα κάρβουνα με την στάχτη δλδ την «σπούρνη», έριχνε/αν αλάτι πάνω στη φωτιά και έλεγε/αν ευχές για τους νοικοκυραίους «σπούρνη σιτάρι, σπούρνη πρόβατα, σπούρνη καλαμπόκι, κλπ» για να έχουν καλή σοδειά και πλούσια αγαθά όλη την χρονιά.
Στα μαντριά τους μάλιστα οι τσοπάνηδες του «Αη Βασιλειού»:

{Μπαίνουν στο μαντρί ἀπὸ νύχτα ακόμα, καλημερίζουν καὶ χρονοπολίζουν τοὺς πιστικούς χαρίζοντάς τους τὶς βασιλοκουλοῦρες.}

Επίσης γιορτάζουν ξεχωριστά « Τού Χριστού»:

{….τὴ μέρα αὐτὴ φκειάνουν ἰδιαίτερο ψωμί, «Τὸ Χριστόψωμο». Κολλοῦν στὶς τέσσερες ἄκρες του καὶ στὴ μέση ἀπὸ ἕνα ψωμάκι ποὺ τὸ σφραγίζουν μὲ τὸ βλόγερο τάχα πέντε «πρόσφορα» τῆς ἐκκλησιᾶς αὐτά. Σχηματίζουν τὸ σταυρό· Στὰ ἀνάμεσα τοποθετοῦν κουλουράκια στενόμακρα, κι ἄλλα σὰ σταυρουδάκια· κι αὐτὰ τὰ νοματίζουν «ἀρνάκια» καὶ «κατσικάκια». Τὸ χριστόψωμο δὲν τὸ γγίζει κανεὶς πρὶν περάσει ὁ παπάς. Αὐτὴ τὴ μέρα γυρίζουνοἱ παπάδες τὰ σπίτια ὅλα μὲ τὴ σειρὰ καὶ σηκώνουν τὰ «ὑψώματα».

Πάνω στὸ τραπέζι ποὺ βρίσκεται καταμεσῆς στὸ δωμάτιο, εἶναι πιάτο μὲ σιτάρι ἄβραστο· ἀπο πάνω κείτεται ἕνα κερὶ χειρόπλαστο. Κοντά τοὺς εἶναι τὸ «χριστόψωμο».Μπαίνει ὁ παπάς. Καλημερίζοντας βάνει εὐλογητό. Διαβάζει τὶς εὐχές, Βγάζει μὲ μαχαίρι τὸν «ἄρτο» ἀπὸ τὸ μεσινὸ πρόσφορο· τὸν δίνει σὲ μικρὸ παιδί. Κεῖνο κρατῶντας τὸν μὲ τὰ δυὸ χέρια κάνει τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ: «στὸ ὄνομα τοῦ πατρός!», ὅταν λέει ὁ παπάς, γγίζει τὸ μέτωπο. «καὶ τοῦ υἱοῦ!», κατεβάζει τὰ χέρια στὴν κοιλιά: «καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος!», τὰ πάει στὸν δεξὶν ὦμο· «Ἀμὴν», στὸν ἀριστερό. Τρεῖς φορὲς αὐτό, Παίρνει τὸν «ἄρτο» ὁ παπὰς καὶ δίνει ἀντίδωρο σ᾿ ὅλα τὰ ὀνόματα τῆς οἰκογένειας· κρατεῖ τὸ τελευταῖο κομμάτι καὶ τὸ ρίχνει στὸ γυαλὶ μὲ τὸ κρασὶ γιὰ νὰ μεταλάβει ὁ νοικοκύρης τοῦ σπιτιοῦ….}

(Απόσπασμα από «Ποιμενικά τῆς Ρούμελης» Δημ. Λουκόπουλος)

Παράλληλα με τα κάλαντα, διατηρούνται και ορισμένα άλλα έθιμα από γενεά σε γενεά και δίνουν άλλη διάσταση στις γιορτές του Δωδεκαημέρου. Κάποια από αυτά ενδεικτικά στην Ρούμελη είναι:

Στο Νέο Μοναστήρι Δομοκού Φθιώτιδας, όπου κατοικούν πρόσφυγες θρακιώτες λαμβάνει χώρα ένα έθιμο της Ανατολικής Ρωμυλίας,«Καμήλες και Ντιβιτζήδες», που έχει ρίζες στις γιορτές του Διονύσου. Οι «ντιβιτζήδες» (καμηλιέρηδες) ντύνονται με προβιές «κουζιούφκα», ένα ψηλό κωνοειδές καπέλο ντυμένο με ύφασμα ή δέρμα, το καούκι, στολισμένο με καθρεφτάκια και πολύχρωμες κορδέλες, τσαρούχια και από πάνω «μπιάλια» (άσπρες γκέτες) και βαστάνε το «τοπούζι» (ένα κοντό ρόπαλο σε σχήμα φαλλού)με το οποίο κτυπούν για να εγείρουν την γονιμότητα της γης.

«Γιαγιά Σιδέρω: Ο ντιβιτζής φορούσε τομάρια, μάσκα στο πρόσωπο του για να μη φαίνεται, και στη μέση του είχε κουδούνια που τα κτυπούσε με δύναμη. Στο ένα χέρι κρατούσε το τοπούζι, ένα ξύλο, [σαν σκήπτρο, σε σχήμα φαλλού], που το κτυπούσε κι αυτό με δύναμη στη γη, καμιά φορά για γούστο στην πλάτη των ανθρώπων. Ή ακόμη, έδινε στους ανθρώπους να το προσκυνήσουν. Αυτοί έπρεπε να το φιλήσουν, να το τιμήσουν.»

..//..

«…Το γούστο είναι να μη σε καταλάβουν, δεν πρέπει να δούν ποιός είσαι, δεν πρέπει να αποκαλύψεις το πρόσωπό σου, να βγάλεις δηλαδή τη μάσκα, κι ας σκάς μέσα σ’ αυτή” επιμένει ο Γάτος από το Νέο Μοναστήρι, που τα τελευταία έξι χρόνια μεταμφιέζεται σε ντιβιτζή. Έτσι, γινότανε παλιά, κανείς δεν μπορούσε να τον ξεσκεπάσει, να βγάλει τη μάσκα (το καούκι) από το ντιβιτζή. Όλοι τον ξέρουν στο χωριό αλλά το διασκεδάζει. Τα παιδιά φοβούνται, αλλά οι μεγάλοι τα προτρέπουν να τα ακουμπήσει ο ντιβιτζής με το ξύλο (το τοπούζι), “για νάχουν καλή υγεία”, “για να πάει καλά η χρονιά”. Επίσης, και οι μεγάλοι επιδιώκουν να τους αγγίξει το ρόπαλο του ντιβιτζή “έτσι, για το καλό, για να πάει καλά η σοδιά»

(Απόσπασμα από «Ειρήνη Λουτζάκη Χειμώνας 2001 Πανεπιστήμιο Αθηνών Τμήμα Μουσικών Σπουδών»)

Η «καμήλα» μία κατασκευή από ξύλο (που φοράει επάνω του ένας άνδρας στερεωμένη με λουριά) που φέρει απάνω της σκέπασμα το «τσόλι» (μάλλινο υφαντό) από με κρεμασμένες γύρω-γύρω κουδούνες από ζώα και μπροστά έχει μακρύ λαιμό με προβιά με το στόμα που ανοιγοκλείνει. Η καμήλα πιστεύεται, ως ζώο που συμβολίζει την αφθονία. Ο ήχος των κουδουνιών καθώς η καμήλα κουνιέται, το κτύπημα με το «τοπούζ’» από τους ντιβιτζήδες, (κατάλοιπα από λατρευτικές τελετές πανάρχαιας εποχής), δείχνει προσπάθεια των ανθρώπων να βοηθούν την φύση, μέσω τελετών, να διώξει τη νεκρή φύση του χειμώνα, με την αφύπνιση της γης και την νεκρανάστασή της, τον ερχομό της άνοιξης και μία πλούσια σοδειά.
Μετά την πρωινή εκκλησιαστική λειτουργία στην πλατεία στήνεται «χοροστάσι» με Θρακιώτικους σκοπούς. Σε ένα ενιαίο χορευτικό κύκλο ντόπιοι και μουσαφίρηδες, όπου οι καμήλες και οι ντιβιτζήδες έχουν πρώτο ρόλο, υποδέχονται την νέα χρονιά. Το γλέντι, συνοδεία ντόπιων οργανοπαιχτών, κρατά μέχρι αργά και ολοκληρώνεται με την «εικονική πάλη» του Ντιβιτζή και της καμήλας.

Άλλο έθιμό το “Πάντρεμα της φωτιάς” (Φθιώτιδα), γίνονταν με δυο ξύλα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Ο σπιτονοικοκύρης, μεριμνούσε να είναι ίδια για να καίγονται ταυτόχρονα, έχοντας ως συμβολισμό την αλλαγή της ημέρας και τον ερχομό της νέας χρονιάς.

Τέλος θα ήθελα να ευχηθώ σε όλους σας το νέο έτος να φέρει Υγεία, Χαρά και Ευτυχία σε εσάς και τις οικογένειές σας και να ξέρετε ότι η Μενδενίτσα ήταν, είναι και θα είναι πάντα στην καρδιά μου.


Νίκος Πετροβας
Δάσκαλος για πολλούς, φίλος για άλλους, γνωστός και απλά ακουστα για αρκετούς 😀😀❤️❤️

Βιβλιογραφία/πηγές 

  • Οι παραδόσεις του ελληνικού λαού, 2015, Νικόλαος Πολίτης
  • Ανοίξετε την πόρτα σας, Αρχείο Σίμωνα Καρά (Κ.Ε.Π.Ε.Μ. 2017)
  • Ποιμενικά τῆς Ρούμελης, 1930, Δημ. Λουκόπουλος
  • Χριστούγεννα στη Ρούμελη, 2020, Δημήτρης Β. Καρέλης
  • Ήθη και Έθιμα του Προυσού, 1982, Θ. Παπαθέος
  • Λαογραφικά της Αιτωλοκαρνανίας, 2001, Ειρήνη Λουτζάκη, Πανεπιστήμιο Αθηνών Τμήμα Μουσικών Σπουδών
  • “Οι χοροί του χειμώνα και ο εορτασμός της 1ης Ιανουαρίου, στο Νέο Μοναστήρι Δομοκού”, 1992, Ρένα Λουτζάκη


Σχόλια